
Λευκωσία, η αρχαία Λήδρα, ή Lefkosa στα τούρκικα, ή Nikosia στα αγγλικά. Η μοναδική διχοτομημένη πρωτεύουσα σε ολόκληρο τον κόσμο πια, μετά την πτώση του τείχους στο Βερολίνο.
Στη Λευκωσία μπορεί κανείς να διακρίνει τέσσερις διαφορετικές πόλεις, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο: α) την ανεπτυγμένη πόλη β) την εγκαταλελειμμένη πόλη, γ) την τουρκοκρατούμενη πόλη, και δ) την πόλη εντός των τειχών.
Εκείνο λοιπόν το όμορφο πρωινό της Κυριακής, στις 5 του Απρίλη, μερικά από τα ενήλικα μέλη της αποστολής, αποφασίσαμε να περάσουμε απέναντι, στην τουρκοκρατούμενη Λευκωσία, στο κατεχόμενο κομμάτι της πόλης. Ήταν για μας πολύ έντονη η πρόκληση να περπατήσουμε "από την άλλη μεριά".
Έτσι πήραμε την οδό Λήδρας, έναν κεντρικό δρόμο της πόλης που σφύζει από ζωή, γεμάτος με εμπορικά καταστήματα και καφετέριες και σε λίγα μέτρα φτάσαμε στο ελληνικό φυλάκιο, στην περίφημη"πράσινη γραμμή" .
Καλημερίσαμε τους Ελληνοκύπριους αστυνομικούς κι αμέσως σχεδόν περάσαμε στην άλλη πλευρά, όπου αντικρίσαμε την τούρκικη αστυνομία και τα γραφεία ελέγχου των διαβατηρίων. Δε νιώσαμε φυσικά και τόσο άνετα, όταν αναγκαστήκαμε να δείξουμε τα διαβατήριά μας σε μια τουρκάλα αστυνομικίνα. Δεν υπήρχε πολύς κόσμος εκείνο το κυριακάτικο πρωινό κι έτσι σε λίγα λεπτά, αφού μας δόθηκε η σχετική βίζα, ήμασταν ελεύθεροι να κάνουμε την περιήγησή μας.
Με την πρώτη ματιά διαπιστώσαμε τη διαφορά στο επίπεδο ζωής από την εδώ μεριά. Η κίνηση στους δρόμους λιγοστή, μερικά εμπορικά μικρομάγαζα ήταν ανοιχτά με απλωμένη έξω την πραμάτεια τους, σου θύμιζαν κάτι απ΄το Μοναστηράκι της Αθήνας, ενώ κάποιοι θαμώνες απολάμβαναν το πρωινό τους καφεδάκι στα λιγοστά καφέ, κάτω από τους ήχους των αμανέδων.
Περπατήσαμε στους δρόμους, στα σοκάκια της. Το σφίξιμο που νιώθαμε γινόταν ολοένα και πιο έντονο. Σπίτια εξαθλιωμένα, παρατημένα, ξεφτισμένοι τοίχοι, κρεμασμένα παραθυρόφυλλα, πραγματικά φαντάσματα. Σε κάποια στιγμή είδαμε να ξεπροβάλλει από ένα τέτοιο ερείπιο μια ανθρώπινη φιγούρα και να μας χαμογελάει... Μια τουρκάλα, που μάλιστα πήρε και πόζα για να τη βγάλουμε φωτογραφία. Από κάποιο άλλο, εξαθλιωμένο σπίτι, ακούσαμε φωνούλες μικρών παιδιών.

Και να σκεφτείς πως αυτά τα σπίτια που τώρα στεγάζουν τούρκους εποίκους ήταν κάποτε κυπριακά αρχοντικά. Θυμάμαι την ιστορία της μητέρας της Γιώτας, συναδέρφου από τη Λακατάμεια, που γύρισε για πρώτη φορά από το 1974 πριν δυο χρόνια εδώ να δει το σπίτι της. Το σπίτι ήταν όπως ακριβώς το άφησε, δεν είχε γίνει καμιά συντήρηση από τότε, καμιά αλλαγή από τους τούρκους έποικους. Κάθονταν στους καναπέδες της, στο τραπέζι της... Φανταστείτε πώς ένιωσε όταν άνοιξε το ντουλάπι της κουζίνας και είδε να έχουν ακόμη τα ίδια πιάτα...
Υπήρχαν όμως και κτίρια παλιά που ήταν καλά διατηρημένα. Ίσως σ΄αυτά να στεγάζονται κάποιες δημόσιες υπηρεσίες. Επίσης πολύ καλά διατηρημένα ήταν και τα τεμένη τους, τόποι προσευχής και λατρείας για τους Μουσουλμάνους.
Κάτι άλλο που μας έκανε επίσης εντύπωση ήταν οι πινακίδες. Όλες, μα όλες γραμμένες στα τούρκικα και... τεράστιες τούρκικες σημαίες που ξεδιπλώνονταν στην πρόσοψη κάθε δημόσιου κτιρίου.
Περιπλανηθήκαμε στην πόλη περίπου μιάμιση ώρα. Τραβήξαμε και πολλές φωτογραφίες για να έχουμε να θυμόμαστε από το προσκύνημα αυτό, αλλά και να τις δείξουμε στα παιδιά και στα υπόλοιπα μέλη της αποστολής, που όλη αυτή την ώρα αγνάντευαν πανοραμικά τη Λευκωσία από ένα ασφαλές παρατηρητήριο στην άλλη πλευρά.
Μαζί με τις φωτογραφίες μοιραστήκαμε μαζί τους και πολλά συναισθήματα: μελαγχολία, συγκίνηση, θυμό, οργή, πολλά και τα "γιατί"...
Πραγματικά μια συγκλονιστική εμπειρία. Γιατί είναι στ΄ αλήθεια τρομερό να είσαι ξένος στον ίδιο σου τον τόπο..